Ο Αλέξανδρος Μπιτσάκος μίλησε στο another football day για την απόφαση του να σταματήσει το ποδόσφαιρο, το δέσιμο του με τη Νίκη Βόλου, την οργάνωση που υπήρχε στην Παναχαϊκή, τον Κώστα Κατσουράνη, αλλά και τις δυσκολίες που έζησε κατά την διάρκεια του σοβαρού τραυματισμού που είχε στους «κοκκινόμαυρους».
Στο ποδόσφαιρο όπως και στην κανονική ζωή υπάρχουν οι καλές στιγμές, όπως επίσης οι κακές αλλά και οι σκληρές δοκιμασίες που καλείται να περάσει ο οποιοσδήποτε.
Η άνοδος της Νίκης Βόλου από την Super League 2 στην Super League μετά από 52 χρόνια, ο σοβαρός τραυματισμός που είχε ως παίκτης της Παναχαϊκής στον εκτός έδρας αγώνα με την Καλλιθέα ήταν δύο από τις στιγμές που σημάδεψαν την καριέρα του Αλέξανδρου Μπιτσάκου.
Ο Κορίνθιος στην καταγωγή πρώην πια άσος μίλησε στο another football day για την απόφαση του τον Ιανουάριο να κάνει γνωστή την απόφαση του να σταματήσει να παίζει επαγγελματικά ποδόσφαιρο, τις απώλειες της μητέρας του και του πατέρα του που τον οδήγησαν στην απόφαση αυτή, τον Κώστα Κατσουράνη που από την πρώτη στιγμή βρέθηκε στο πλευρό του μετά τον τραυματισμό που είχε για την βοήθεια που χρειάστηκε από ειδικό προκειμένου να σταθεί στα πόδια του και να κοιτάξει μπροστά, καθώς και τα όσα έφερε στο φως της δημοσιότητας το ντοκιμαντέρ που έκανε ο ΠΣΑΠΠ για την κατάσταση που επικρατεί στην Super League 2.
Τι ήταν αυτό που σε έκανε να ασχοληθείς με το ποδόσφαιρο;
«Το ποδόσφαιρο όπως όλα τα παιδιά, από πολύ μικρή ηλικία γύρω στην ηλικία των 6-7 χρονών είχα αποφασίσει ότι θα ασχοληθώ με το ποδόσφαιρο. Στην αρχή σαν παιχνίδι, όπου μου κέντρισε το ενδιαφέρον και όσο περνούσαν τα χρόνια το αγαπούσα και συνέχισα να ασχολούμαι μαζί του».
Ξεκίνησες να παίζεις στην Κόρινθο που την σεζόν 2007-08 αγωνιζόταν στη Γ΄Εθνική. Υπάρχει κάτι που να σου έχει μείνει έντονο στη μνήμη σου από αυτά τα πρώτα χρόνια;
«Το 2008 υπέγραψα το πρώτο μου επαγγελματικό συμβόλαιο σε ηλικία 16 χρονών. Ήταν η ομάδα, που μου έδωσε το πάτημα και το βήμα να δείξω ποιος είμαι και τι μπορώ να κάνω σε πολύ μικρή ηλικία και ουσιαστικά ήταν η ομάδα που με ανέδειξε ώστε να παίξω τα επόμενα χρόνια, σε μεγαλύτερη κατηγορία. Είναι η γενέτειρα μου και ήμουν πολύ χαρούμενος τότε».
Όταν άρχιζες το ποδόσφαιρο ποιος ήταν ο στόχος που είχες θέσει;
«Όταν αρχίζεις και είσαι σε μικρή ηλικία κάνεις όνειρα. Πολλές φορές μπορεί να είναι ουτοπικά, αλλά αυτό είναι που σε πηγαίνει και παρακάτω. Εγώ οι στόχοι μου, ας το πω έτσι σε πιο μικρή ηλικία ήταν κάθε χρόνο, άμα μπορώ να γίνομαι καλύτερος και να ανεβαίνω κατηγορία. Ουσιαστικά αυτά είναι που σου δίνουν ώθηση. Το να γίνεσαι καλύτερος κάθε μέρα και να ανεβαίνεις κατηγορία. Να μπορείς να διεκδικείς πρωταθλήματα με τις ομάδες, να παίζεις σε γήπεδα που να έχουν κόσμο. Όλα αυτά σου δίνουν κίνητρο».
Είχες ποτέ σου σκεφτεί το ενδεχόμενο να παίξεις στην μεγάλη κατηγορία, σε κάποια ομάδα;
«Εννοείται. Εννοείται. Αυτό ήταν μεγάλος στόχος από όταν ξεκινάς. Αυτό είναι το θέμα, να παίξεις στην μεγάλη κατηγορία. Να μπορείς να δεις κι εσύ, άμα μπορείς να τα καταφέρεις ή όχι. Αυτά είναι ένα σενάριο, όμως να το σκέφτεσαι πιτσιρικάς που το έχεις πολύ όμορφα στο μυαλό σου. Όσο μεγαλώνεις βλέπεις δυσκολίες. Προφανώς και λάθη που κάνεις και δυσκολίες που είναι για να καταφέρεις κάτι».
Όταν άρχισες το ποδόσφαιρο τι ήταν αυτό που σου είπαν οι γονείς σου;
«Τίποτα. Με στήριζαν εμένα φουλ. Εμένα μου είπαν αγόρι μου προχώρα, ότι θες κάνεις. Νιώθεις ότι θέλεις να παίξεις παίξε. Δεν μου ήταν ούτε εμπόδιο, ούτε δεύτερες σκέψεις ούτε τίποτα. Και είναι κάτι που εμένα τότε, μου είχε δώσει πολύ χαρά».
Μετά από μια περιπλάνηση που είχες στην Δ΄Εθνική, από το 2012 μέχρι το 2015 αγωνίζεσαι στην Β΄Εθνική. Πως ήταν τότε τα πράγματα για εσένα;
«Εγώ έπαιξα 3,5 χρόνια στην Κόρινθο στην Γ΄Εθνική επαγγελματικά. Μετά μισό χρόνο έπαιξα πάλι στην Κόρινθο, η οποία ήταν Δ΄Εθνική και από εκεί και πέρα ήμουν στην Β΄Εθνική μέχρι το 2020-21 σχεδόν. Εκτός από την Παναχαϊκή που ήμουν 3 χρόνια και ξεκινήσαμε στην Γ΄Εθνική, με την Νίκη Βόλου και με τον Απόλλωνα Καλαμαριάς ήμασταν Β΄Εθνική».
Σε αυτά τα χρόνια που παίζεις στην Β΄Εθνική συναντάς δυσκολίες; Το λέω με αφορμή το ντοκιμαντέρ που έβγαλε ο ΠΣΑΠΠ, για την κατάσταση που επικρατεί στην Super League 2. Σου είχαν τύχει κι εσένα τέτοιου είδους προβλήματα;
«Προφανώς. Το ντοκιμαντέρ του ΠΣΑΠΠ, απ΄ότι κατάλαβα βγήκε τώρα, γιατί μάλλον έχει φτάσει ο κόμπος στο χτένι που λέμε. Αυτά τα προβλήματα υπάρχουν χρόνια στην Β΄Εθνική. Πόσο μάλλον και στις πιο χαμηλές κατηγορίες. Δυστυχώς θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Αυτό βλέπω εγώ. Υπάρχουν ομάδες που δεν πληρώνουν. Είχα κι εγώ συμπαίκτες σε ομάδες, που ψάχναμε να δούμε πότε θα πληρωθούμε. Πότε θα φάμε. Είχες και την πίεση, του να είσαι και καλός. Αυτή η κατάσταση δυστυχώς υπήρχε και νομίζω θα υπάρχει όσο δεν μπαίνουν κανόνες για τις ομάδες και όσο δεν μπαίνουν και ποινές για τις ομάδες θα υπάρχουν. Ο ποδοσφαιριστής, δυστυχώς από εκεί που πρέπει να είναι ο πρωταγωνιστής, γιατί μιλάμε για ποδόσφαιρο φτάνει να ζητιανεύει για τα προς το ζην του».
Πας στην Παναχαϊκή το καλοκαίρι του 2016, που έχει πέσει στην Γ΄Εθνική και που είναι το νέο ξεκίνημα με τον Κατσουράνη. Πως το βιώνεις εσύ;
«Εμένα τότε με κάλεσε ο κύριος Κατσουράνης, να με πάρει στην ομάδα και μου εξήγησε το πλάνο και το όραμα που είχε για την Παναχαϊκή. Στην αρχή όπως όλα τα νέα εγχειρήματα, τα άκουγα, τα επεξεργάστηκα και ήθελα άμα μπορώ κι εγώ να συνεισφέρω σε αυτή την προσπάθεια. Όταν πήγα στην Παναχαϊκή και άρχισα να βλέπω από κοντά, όλα αυτά που ήθελε να κάνει και το πώς ήθελε να χτίσει την ομάδα, η αλήθεια είναι ότι είχα πάθει πλάκα.
Διότι τα χρόνια που ήμουν στην Παναχαϊκή, που ήταν ο κύριος Κατσουράνης τα 2,5 χρόνια δηλαδή που ήμασταν μαζί γιατί μετά είχε φύγει ήταν ίσως η μοναδική ομάδα, η οποία λειτουργούσε άκρως επαγγελματικά σε όλα τα επίπεδα και αυτός φαινόταν και μέσα στον αγωνιστικό χώρο προφανώς, γιατί υπήρχαν παιδιά με χαμηλό όρο ηλικίας. Με καλούς έμπειρους ποδοσφαιριστές, οι οποίοι είχαν φτιάξει μια χημεία και μέσα στο γήπεδο και έξω από θέμα διοικητικά και εξωαγωνιστικά που η Παναχαϊκή μεγάλωνε και θα μεγάλωνε κι άλλο.
Μετά το τι έγινε είναι άλλο κομμάτι. Το θέμα είναι ότι το αρχικό όραμα και το πως είχε χτιστεί εκείνη η ομάδα ήταν νομίζω παράδειγμα προς μίμηση για όλες τις ομάδες στην Β΄Εθνική».
Εάν δεν συνέβαιναν οι εξελίξεις που έγιναν την δεύτερη χρονιά, που η Παναχαϊκή ήταν στην Β΄Εθνική η Παναχαϊκή στα επόμενα χρόνια μπορούσε να ανέβει στην Α΄Εθνική…;
«Εκατό τα εκατό. Αυτό δεν το συζητάω. Αν και στο ποδόσφαιρο ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται αλλά δεν υπήρχε περίπτωση. Εδώ τη χρονιά εκείνη δεν ανεβήκαμε στην Α΄Εθνική έχοντας συγκεντρώσει 73 βαθμούς στην Β΄Εθνική, με παιδιά που είχαμε αρχίσει όλοι μαζί από την Γ΄Εθνική, με κάποιες προσθήκες στην Β΄Εθνική. Για αυτό λέω ότι γινόταν πολύ καλή δουλειά. Με 73 βαθμούς πίσω από τον Άρη και τον ΟΦΗ, που όποιος έχει 73 βαθμούς βγαίνει σίγουρα στην Α΄Εθνική. Δεν υπήρχε περίπτωση, η ομάδα να μην δεν ανέβαινε. Ήταν τόσο γερές οι βάσεις, που κάποια στιγμή θα ανέβαινε. Δεν είναι το θέμα να ανέβεις και μετά να είσαι ασανσέρ, να πέσεις. Θα ανέβαινε και σιγά – σιγά θα εδραιωνόταν στην Α΄Εθνική».
Και εκείνη την χρονιά και την προηγούμενη η Παναχαϊκή έχει μια αγωνιστική πτώση. Αυτό είναι κάτι που μετά της κόστισε στην Β΄Εθνική;
«Όχι δεν νομίζω. Τώρα να μην ήρθαν κάποια αποτελέσματα, ας πούμε στην διάρκεια ενός μήνα δεν είναι ότι τρέχει κάτι. Όπως είπα στην Β΄Εθνική συγκεντρώσαμε 73 πόντους. Είναι μη φυσιολογικό να ανέβεις με 73 πόντους. Η πορεία ήταν θεωρώ πάρα πάρα πολύ καλή».
Στην Παναχαϊκή ζεις και μια μεγάλη περιπέτεια. Μετά την πρώτη χρονιά που όλα βαίνουν καλά και έρχεται η άνοδος, στο εκτός έδρας παιχνίδι με την Καλλιθέα όπου παθαίνεις έναν σοβαρό τραυματισμό. Σε τι κατάσταση είσαι μετά από αυτό;
«Εγώ όταν χτυπάω κάνω το χειρουργείο, που μου κανόνισε η ομάδα να κάνω. Αρχίζω αποθεραπεία στην Αθήνα, γιατί μέσω του κυρίου Κατσουράνη πήγα στον κύριο Καρβουνίδη να κάνω αποθεραπεία. Σε έναν από τους καλύτερους στην Ελλάδα, όμως μετά τους 4-5 μήνες είδαμε ότι υπήρχαν κάποιες επιπλοκές στο πόδι. Για να μην μακρηγορώ είδαμε με τον γιατρό μου, ότι είχε κολλήσει μικρόβιο. Οπότε ξαναμπαίνω χειρουργείο. Κάνω δεύτερο χειρουργείο και χάνω σύνολο 1,5 χρόνο μέχρι να επανέλθω. Τις θεραπείες μου της έκανα στην Αθήνα».
Μετά από όλα αυτό προκύπτει ότι εσύ χρωστάς χρήματα, μιας και έμεινες ξεκρέμαστος;
«Δεν είχε διευθετηθεί ο λογαριασμός και όταν έγιναν τον τρίτο χρόνο, οι τσακωμοί μεταξύ των διοικήσεων που έφυγε ο κύριος Κατσουράνης, που δεν τα έβρισκαν και στο τέλος άλλαξε και η διοίκηση και τον είχαν αφήσει να εκκρεμεί. Είχε φύγει ο κύριος Κατσουράνης, οπότε δεν είχε επίγνωση του τι γίνεται. Η διοίκηση τα είχε αφήσει. Η καινούργια διοίκηση τα άφησε. Οπότε το νοσοκομείο ήρθε σε εμένα για να ζητήσει τα λεφτά. Αυτό είχε γίνει. Μετά μέσω του ΠΣΑΠΠ κινήθηκα νομικά και μου καταβλήθηκε το ποσό».
Στο διάστημα που έχεις κολλήσει το μικρόβιο, σε τι φάση βρίσκεσαι; Σε έχει πάρει από κάτω;
«Η αλήθεια είναι ότι ψυχολογικά ήταν πολύ μεγάλο χαστούκι, γιατί αφού έσπασα το πόδι και άρχισα την αποθεραπεία μου σκεφτείτε ότι ήμουν 2-3 ώρες στο φυσιοθεραπευτήριο, 2-3 ώρες στο γυμναστήριο κάθε μέρα. Οπότε μπαίνεις σε μια καθημερινότητα, η οποία κινείσαι πάνω από το πόδι σου και φαντάζεσαι το πότε θα επιστρέψεις για να αρχίσεις να μπαίνεις. Εγώ τον καιρό που ήταν να αρχίσω να μπαίνω κατάλαβα ότι έχω σταφυλόκοκκο και έπρεπε να ξαναμπώ χειρουργείο.
Οπότε ήταν ένα πλήγμα για την ψυχολογία μου. Η αλήθεια είναι ότι επειδή εκείνη την περίοδο, ταυτόχρονα είχα και κάποια πολύ σοβαρά οικογενειακά θέματα ήταν όλα μαζί. Όμως είχα κλειδώσει. Δούλευα μετά σαν ρομπότ και λέω «θα κάνεις το χειρουργείο, θα ξανακάνεις αποθεραπεία, σιγά –σιγά για να ξαναμπείς στο γήπεδο». Δεν είχα πει τότε τέλος και οτιδήποτε. Είχα βάλει σκοπό μέσα μου, να ξαναμπώ να παίξω ποδόσφαιρο».
Μέχρι να γίνει ο τραυματισμός σε τι κατάσταση ήσουν;
«Ήμουν σε πάρα πολύ καλή αγωνιστική κατάσταση. Είχα ξεκινήσει την χρονιά πάρα πολύ καλά, την προετοιμασία την είχα βγάλει πάρα πολύ καλά. Γενικά ήμουν σε μια πάρα πολύ καλή αγωνιστική και ψυχολογική κατάσταση, γιατί έβλεπα ότι είμαι σε μια ομάδα, η οποία μου παρέχει πάρα πολλά πράγματα για το πως να δουλεύω.
Στην Παναχαϊκή τότε την περίοδο που ήταν ο κύριος Κατσουράνης νιώθαμε μια ασφάλεια εξωαγωνιστική και νιώθαμε ότι το μόνο, που είχαμε να κάνουμε ήταν να προπονούμαστε για να γίνουμε καλύτεροι. Οπότε ήμουν σε μια πάρα πολύ καλή κατάσταση και ψυχολογική και σωματική και παικτική».
Το γεγονός ότι είχατε έναν άνθρωπο σαν τον Κατσουράνη, να τακτοποιεί όλα τα ζητήματα σας και να ασχολείστε μόνο με το αγωνιστικό ήταν και κάτι που το περίμενες όταν πήγες στην Παναχαϊκή…;
«Στην αρχή δεν ξέρεις τι να περιμένεις γιατί πολλοί λένε πολλά λόγια, ότι θα είμαστε έτσι θα είναι η ομάδα έτσι. Οπότε είσαι σε μια φάση ακούς και λες ΟΚ δοκιμάζω και το βλέπω. Αλλά όταν άρχισα να ζω την ομάδα από μέσα και το πώς λειτουργεί κατάλαβα ότι σε αυτά που μου είπε πριν να με κάνει να πάω στην ομάδα έλεγε αλήθεια. Ήταν ειλικρινής.
Όταν μια προσωπικότητα σαν τον Κατσουράνη, σου λέει αυτά, σου δείχνει εμπιστοσύνη βλέπεις εσύ ότι ισχύουν όλα αυτά που σου έχει πει και παίρνεις και πράγματα, γιατί έχει αγωνιστεί στο υψηλότερο επίπεδο συζητάς και παίρνεις και εμπειρίες. Οπότε είσαι σε μια ομάδα που είσαι ήρεμος και ασφαλής. Είσαι σε μια ομάδα που προπονείσαι.
Είσαι σε μια ομάδα, που παίρνεις και συμβουλές κατά κάποιο τρόπο, από ένα άτομο σαν αυτόν. Νομίζω ότι δεν υπάρχει καλύτερο για να παίξεις ποδόσφαιρο».
Άρα απ΄ότι καταλαβαίνω πέρα από την όλη στήριξη, επειδή ήταν και μέσος σου έδινε οδηγίες για την θέση και το τι πρέπει να βελτιώσεις;
«Ναι. Ναι. Μπορούσε να σου πει κάποια πράγματα, τα οποία όντως εσύ να μην τα έχεις δει να μην τα έχεις καταλάβει μέχρι εκείνη την στιγμή και να έβλεπες αλλιώς πράγματα».
Μετά αφότου έγινε όλη αυτή η ιστορία και έφυγε σε ξαναπήρε τηλέφωνο για να δει σε τι κατάσταση είσαι..;
«Ναι. Ναι. Πάντα έχουμε επαφή. Και μετά τον τραυματισμό είχαμε επαφή, το πως είμαι το πως νιώθω. Και μετά όταν πήγα στη Νίκη Βόλου εγώ είχαμε μιλήσει να μου πει καλή αρχή, για το πως είμαι τώρα, μετά τον τραυματισμό, πως άρχισε η χρονιά και όλα αυτά. Πάντα τον ένοιαζε πως θα είμαι»
Άρα σε πίστευε απ΄ότι καταλαβαίνω;
«Νομίζω αρκετά ναι. Νομίζω ότι εκτός από το ποδοσφαιρικό κομμάτι είδε και πράγματα σαν άνθρωπος. Ότι δεν είμαι κανέναν παιδί κακό. Σε τέτοια φάση. Πάντα μου έλεγε ότι «αυτό που βλέπω σε εσένα είναι ότι παίζεις πάντα για την ομάδα»».
Σε ρώτησα πριν για δύσκολες καταστάσεις που έζησες στις ομάδες που αγωνίστηκες στην Β΄Εθνική. Οι καταστάσεις που τυχόν έζησες σε είχαν κάνει κάποια στιγμή, να σκέφτεσαι να παρατήσεις το ποδόσφαιρο;
«Η αλήθεια είναι ότι αυτές οι καταστάσεις, τις ένιωσα όταν ας πούμε ήμουν πιο μικρός στα 21-22 μου ή στα 20, στα 19. Οπότε σκέφτεσαι «να παίξω μια χρονιά, να είμαι λίγο καλός, μπας και πάρω μεταγραφή και τότε ηρεμήσω» και όλα αυτά. Όσο μεγάλωνα, δεν είχα τόσο ακραίες καταστάσεις, να μην πληρώνομαι ή οτιδήποτε. Υπήρχαν βέβαια καθυστερήσεις ή οτιδήποτε, αλλά όχι δεν είχα σκεφτεί ποτέ να σταματήσω το ποδόσφαιρο».
Βλέπουμε ότι τα τελευταία χρόνια οι ποδοσφαιριστές που παίζουν στην Β΄Εθνική, παράλληλα κάνουν κάποιες σπουδές, για να εξασφαλίσουν το μετέπειτα μέλλον τους… Εσύ είχες σκεφτεί να κάνεις κάτι τέτοιο…;
«Εγώ είχα περάσει σε σχολή. Η αλήθεια είναι ότι δεν την παρακολούθησα ποτέ, λόγω του ποδοσφαίρου. Απλά είχα «ασφάλεια» πίσω μου, ότι επειδή είχαμε μια οικογενειακή επιχείρηση, ότι όταν σταματήσω το ποδόσφαιρο θα ασχοληθώ με την οικογενειακή επιχείρηση και θα είμαι εκεί full on. Οπότε είχα αυτό στο πίσω μέρος του μυαλού μου, όπως και τώρα αυτό γίνεται.
Όταν σταμάτησα αυτό έκανα. Αλλά όσοι ποδοσφαιριστές το κάνουν αυτό με τις σπουδές και όλα αυτά ένα μεγάλο μπράβο, γιατί είναι πάρα πολύ δύσκολο και να έχεις προπόνηση επαγγελματίας και διάβασμα. Νομίζω ότι είναι ένα από τα πιο όμορφα πράγματα και σωστά, που μπορεί να κάνει ένας ποδοσφαιριστής στην Ελλάδα.
Να μπορεί να σπουδάσει και να σκέφτεται το μέλλον του, γιατί δυστυχώς υπάρχουν και πάρα πολλά παιδιά, τα οποία ζουν σε ένα σύννεφο ότι όλο αυτό μπορεί να διαρκέσει για πάντα, ότι δεν με ακουμπάει τίποτα και όταν φτάσουν 32-33 χρονών και πουν σταματάω μετά η ζωή είναι πολύ διαφορετική. Δεν έχεις μάθει να ζεις μια «φυσιολογική» ζωή, οπότε αυτό που μπορώ να πω κι εγώ τώρα που έχω σταματήσει είναι ότι, όσοι μπορούν να το κάνουν αυτό με χαρά να το κάνουν».
Πως ήταν το πέρασμα σου από την Νίκη Βόλου; Αν δεν κάνω λάθος έπαιξες σε αυτή 4 φορές;
«Στη Νίκη έζησα την πιο όμορφη στιγμή μου, στην ποδοσφαιρική μου καριέρα. Δέθηκα με αυτή την ομάδα πάρα πολύ, λόγω του κόσμου της και λόγω της ιδιοσυγκρασίας της σαν ομάδα. Την έχω στην καρδιά μου, αυτό το λέω πάντα και θα το λέω. Την πρώτη χρονιά ανεβήκαμε στην Α΄Εθνική, κάτι που είχε να συμβεί 52 χρόνια. Γράψαμε ιστορία σε αυτή την ομάδα και σε αυτή την πόλη. Γεμίσαμε το Πανθεσσαλικό με 17-18.000 κόσμο, στο τελευταίο ματς με τον Ηρακλή.
Κάναμε τον κόσμο, να βγει στον κόσμο έξω 10.000 άτομα, να μην μπορεί να περάσει το λεωφορείο. Είναι πράγματα που τα έζησα και θα μου μείνουν για πάντα στην μνήμη μου και στην καρδιά μου. Δεν θέλω να μιλήσω για τις διοικήσεις των ομάδων, γιατί υπήρχαν προβλήματα με τις διοικήσεις γενικότερα, αλλά θέλω να κρατάω τα όμορφα από τις ομάδες και η Νίκη Βόλου το 90% των πραγμάτων είναι όμορφα.
Τις τελευταίες χρονιές που έπαιξα στη Νίκη ήταν μετά τον τραυματισμό μου, όπου ειδικά την πρώτη χρονιά που επέστρεψα από τον τραυματισμό μου αναδείχτηκα και MVP. Οπότε και αυτό με είχε γεμίσει γιατί είχα βάλει στόχο, «μετά τον τραυματισμό θα παίξεις ποδόσφαιρο» και ότι κατάφερα και να παίξω μετά από έναν τέτοιο τραυματισμό και να αναδειχτώ και MVP στην ομάδα ήταν κάτι που με είχε χαροποιήσει πάρα πολύ».
Όταν πας στη Νίκη Βόλου μετά την Παναχαϊκή βρίσκεις το κλίμα που βρήκες στην Παναχαϊκή ή όχι;
«Από οργανωτικά θέματα όχι. Δεν είχαν σχέση. Από θέμα οργάνωσης και από θέμα, το τι σου πρόσφερε η ομάδα, για να μπορείς να προπονηθείς και όλα αυτά όχι. Ξαναλέω ότι η Παναχαϊκή τότε διέφερε από όλες τις ομάδες της Β΄Εθνικής. Δεν είναι μόνο η Νίκη Βόλου. Διέφερε σε πάρα πολλά πράγματα, από όλες τις ομάδες. Όμως στη Νίκη βρήκα αυτή τη ζεστασιά να το πω, μιας ομάδας που ένιωθα ότι είμαι μέλος της. Βρήκα πάρα πολλούς γνωστούς. Ήθελα η ομάδα, να καταφέρει να πετύχει. Είχα κοινό στόχο με όλους, ότι πρέπει να γιγαντώσουμε ξανά την ομάδα, γιατί τότε είχε μια νέα διοίκηση και σιγά –σιγά χτιζόταν όλο αυτό. Υπήρχε νέα διοίκηση όπως είπα. Νέοι άνθρωποι υπήρχε απειρία τότε, αλλά αυτό το οργανωτικό κομμάτι, το οποίο στην αρχή δεν ήταν σε τόσο καλό επίπεδο σιγά-σιγά –σιγά βελτιωνόταν».
Αν δεν κάνω λάθος κάποια στιγμή στη Νίκη Βόλου είχε ακουστεί το ενδεχόμενο, να αναλάβει ο Κατσουράνης τεχνικός διευθυντής. Αυτό εσύ πως το είχες εκλάβει…;
«Καταρχάς είχε έρθει είχε αναλάβει. Δεν είχε απλά ακουστεί το σενάριο. Είχε έρθει για 2 μήνες. Η αλήθεια είναι ότι με είχαν ρωτήσει εμένα. Ότι έχουμε κάνει επαφές κι εγώ είχα πει στην διοίκηση τότε, γιατί ήμουν από τους αρχηγούς και με είχαν ρωτήσει είχα πει «μην το συζητάτε με κλειστά τα μάτια, να έρθει εδώ ο κύριος Κώστας, ώστε να αρχίσει να χτίζει κάτι από τώρα και του χρόνου με την προετοιμασία από την αρχή, η ομάδα θα μπει στις ράγες όπως πρέπει». Είχε έρθει ήταν τους δύο μήνες. Τελειώνει το πρωτάθλημα. Εγώ είχα μείνει στο ότι θα συνεχίσει για την επόμενη χρονιά. Μετά η διοίκηση του είπε ότι δεν θα συνεχίσει προς έκπληξη όλων η αλήθεια είναι και έτσι είχε τελειώσει εκεί η θητεία του».
Στις αρχές του χρόνου φέτος τον Ιανουάριο ανακοίνωσες ότι σταματάς το ποδόσφαιρο. Τι σε ώθησε σε αυτή την απόφαση;
«Ουσιαστικά, το ποδόσφαιρο το σταμάτησα όταν τελείωσα και από τη Νίκη Βόλου, το επαγγελματικό. Μετά η αλήθεια είναι ότι τότε είχε μπει στο κεφάλι μου, ότι σταματάω τελείως. Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι εύκολο να το συνειδητοποιήσω. Το είχα γράψει και στο post. Δεν μπορώ να εξηγήσω με λόγια, το τι σκέψεις γινόντουσαν όλα αυτά τα χρόνια, αλλά ουσιαστικά το είχα σταματήσει.
Γύρισα εδώ στην Κόρινθο την γενέτειρα μου. Άρχισα να ασχολούμαι με την οικογενειακή επιχείρηση όπως είπα και σε μια προσπάθεια, η ομάδα της Κορίνθου σιγά-σιγά να ανέβει σε παραπάνω κατηγορίες, όταν ήταν στο τοπικό μου ζήτησε να πάρω μέρος ώστε να μπορώ και εγώ να βοηθήσω την ομάδα γιατί ήξεραν την πορεία μου και όλα αυτά. Η αλήθεια είναι ότι μέσα σε όλες τις σκέψεις μου, το τι να κάνω δέχτηκα γιατί εντάξει ήταν στο Α΄τοπικό ήταν η ομάδα που ξεκίνησα.
Ήθελα κι εγώ κατά κάποιο τρόπο να ανταποδώσω την αρχή της καριέρας μου, οπότε δέχτηκα. Ανεβήκαμε από το Α΄τοπικό στη Γ΄Εθνική. Μου είπαν να μείνω στη Γ΄Εθνική, η αλήθεια είναι ότι εγώ είχα αρχίσει να σκέφτομαι ότι δεν θέλω κι έτσι τα Χριστούγεννα αποφάσισα να το πω να το ανακοινώσω ώστε και μέσα μου να μπει ένα τέλος, να μην έχω διχογνωμία μέσα μου «τι κάνεις;» κι όλο αυτό που συνέβαινε τα τελευταία χρόνια. Ουσιαστικά μετά τη Νίκη Βόλου το 2020-21 είπα ότι δεν ξαναπαίζω ποδόσφαιρο επαγγελματικά, γιατί δεν γινόταν λόγω προσωπικών οικογενειακών προβλημάτων έτσι σταμάτησα».
Αν δεν κάνω λάθος, όταν εσύ περνάς την περιπέτεια σου και γίνεσαι καλά χάνεις την μητέρα σου μετά. Αυτό όλο στην συνέχεια σε καταρρακώνει…;
«Επειδή ήταν όλα μια συσσωρευμένη κατάσταση τραυματισμός, που σε έναν αθλητή ένας τέτοιος τραυματισμός είναι πολύ βαρύς ψυχολογικά. Ο χαμός της μητέρας μου ήρθε σε όλο αυτό το βάρος της ψυχολογίας μου, να έρθει ένα ακόμα μεγαλύτερο βάρος, γιατί ο χαμός της μητέρας σου δεν μπορώ να εξηγήσω το τι επιφέρει στην ψυχολογία ενός ανθρώπου και μετά από έναν χρόνο χάνω και τον πατέρα μου. Την ίδια ημερομηνία που χάνω την μητέρα μου.
Αφού χάνω τον πατέρα μου συνεχίζω παίζω ένα χρόνο στη Νίκη Βόλου όπως είπα απλά το καλοκαίρι που είπα στοπ ήταν διότι, τους είχα χάσει και τους δύο έπρεπε την οικογενειακή επιχείρηση, να την τρέξω εγώ με τον αδερφό μου πλέον. Οπότε δεν μπορούσα να τα συνδυάσω. Οπότε ο τραυματισμός, ο χαμός της μητέρας μου, ο χαμός του πατέρα μου και η απόφαση να σταματήσω το ποδόσφαιρο που με γέμιζε είναι τέσσερα περιστατικά τα οποία με «διέλυσαν» μέσα μου. Ουσιαστικά ότι έφτιαχνα γκρεμίστηκε».
Αν δεν γινόντουσαν αυτές οι ατυχίες θα συνέχιζες το ποδόσφαιρο;
«Ναι. Εννοείται. Δεν υπήρχε περίπτωση να σταματήσω. Το ποδόσφαιρο και τώρα που έχω σταματήσει δεν γίνεται να μην παίζω. Τρελαίνεσαι. Πως να το πω είναι αυτή η κάψα. Αυτή η ανάγκη να παίξεις όταν ειδικά η απόφαση που έχεις πάρει να σταματήσεις δεν την έχεις πάρει επειδή ήρθε το πλήρωμα του χρόνου. Την πήρες γιατί αναγκαστικά έπρεπε να γίνει σου μένει απωθημένο. Εγώ θα το συνέχιζα σίγουρα το ποδόσφαιρο. Όσο ήμουν καλά και είχα την υγεία μου και με βαστούσαν τα πόδια μου, θα το συνέχιζα».
Πέρα από τον τραυματισμό που είχες υπήρξε κάποιο άλλο τέτοιο πρόβλημα που να αντιμετώπισες;
«Τόσο σοβαρό όχι. Να μείνω τώρα 1,5-2 μήνες έξω όχι. Είχα μια ρήξη έσω πλαγίου στο σύνδεσμο στο γόνατο και ένα διάστρεμμα. Γενικά δεν είχα τραυματισμούς μεγάλους».
Όταν ήρθε η ώρα και ξαναμπήκες μέσα στο γήπεδο ένιωθες παράξενα…;
«Η αίσθηση όταν πάτησα το γήπεδο, για να κάνω προπόνηση, μετά από όλη αυτή την περιπέτεια με τον τραυματισμό ήταν κάτι που δεν μπορώ να το περιγράψω με λόγια. Είναι αυτό που λες πήρα ανάσα. Πάτησα γήπεδο και ανάσανα. Είπα ότι έγινε έγινε πέρασε. Έφαγες ότι ήταν να φας από θέμα κούρασης, στεναχώριας. Τώρα μπες μέσα στο γήπεδο κάνε την προπόνηση σου και όλα καλά».
Όταν ακόμη ήσουν στα καλά σου ποδοσφαιρικά υπήρξε ποτέ κάποια πρόταση, που να ήρθε από ομάδα που να έδειξε ενδιαφέρον;
«Ενδιαφέρον υπήρχε. Όταν ανεβήκαμε στην Α΄Εθνική με την Νίκη Βόλου υπήρχε ενδιαφέρον από ομάδες της Α΄Εθνικής. Απλά τότε στη Νίκη Βόλου, επειδή μου έγινε πρόταση να μείνω στην Α΄Εθνική επέλεξα να μείνω εκεί. Οπότε υπέγραψα συμβόλαιο με την Νίκη Βόλου. Μετά με εμένα προσωπικά έγιναν κάποια πράγματα, που δεν μπορώ να τα πω κι αυτό ήταν ένα σημείο ας πούμε στην καριέρα μου που είναι αυτό που λέμε το κλικ. Αν έπαιζες και πήγαινες καλά, ποτέ δεν ήξερες αν θα γινόταν αυτό».
Επειδή μιλήσαμε πριν για την Παναχαϊκή, να υποθέσω ότι είσαι δεμένος με την Πάτρα ως πόλη ή με το Βόλο…;
«Ναι επαρχιακά είναι αυτές οι δύο. Με το Βόλο, λόγω του ότι πέρασα στιγμές που δεν θα τις είχα περάσει σε άλλη ομάδα. Αυτό που έγινε όταν ανεβήκαμε Α΄Εθνική, δεν είναι φυσιολογικό πράγμα. Νόμιζα ότι ήμουν σε μια ομάδα που πήρε το Champions League. Έτσι έκαναν. Δεν ήταν μόνο ότι ήταν νεαροί άνθρωποι. Επειδή, οι άνθρωποι εκεί είναι πρόσφυγες και η ομάδα εκεί είναι προσφυγική και σύμβολο τους την έχουν στο πετσί τους την ομάδας τους.
Την έχουν μέσα τους. Είναι η ζωή τους. Για να σας δώσω να καταλάβετε χαρακτηριστικά, το βράδυ που ανεβήκαμε και φύγαμε με το λεωφορείο, ο παπάς άνοιξε την Ευαγγελίστρια που είναι η εκκλησία που είναι άλλο ένα σύμβολο της Νέας Ιωνίας εκεί των προσφύγων, την άνοιξε να μπούμε μέσα βράδυ ο κόσμος απ΄έξω χιλιάδες. Με το που βγήκαμε έξω εμένα μια γιαγιά, με πιάνει και μου λέει «αγόρι μου εγώ και να πεθάνω αύριο δεν με νοιάζει. Αυτό που ήθελα να δω το είδα». Είναι πράγματα τα οποία ανατριχιάζεις».
Αφού πλέον έχεις τελειώσει με το ποδόσφαιρο και έχεις σταματήσει αν γυρνούσες τον χρόνο πίσω θα ξανασχολιόσουν με αυτό ή μετά από αυτά που έζησες θα έλεγες δεν αξίζει;
«Θα ξανάρχιζα 100%. Είναι αυτό που λέω η αγάπη που έχεις για το ποδόσφαιρο, που οτιδήποτε και να πέρασες οτιδήποτε και να έγινε και από συμπεριφορές ανθρώπων, οι οποίοι και προφανώς δεν ταιριάζουν σε όλο αυτό που έχεις μέσα σου. Και ο χώρος είναι βρώμικος όπως τον λέμε και άσχημος είναι αυτή η αίσθηση που όταν μπαίνεις και κλωτσάς την μπάλα στο χορτάρι, δεν σε ενδιαφέρει τίποτα άλλο.
Δεν θα αφήσω εγώ στην μνήμη μου και στο μέσα μου, ανθρώπους ακατάλληλους για το ποδόσφαιρο, να με κάνουν να πάρω την αγάπη μου για αυτό. Οι άνθρωποι μπαίνουν για κάποιους σκοπούς μέσα ΟΚ ναι, αλλά άμα μου έλεγες να τα ξανακάνω όλα από την αρχή, θα τα ξαναέκανα όλα από την αρχή για να ξαναπαίξω».
Μετά την απόφαση σου να σταματήσεις το ποδόσφαιρο, σου πέρασε από το μυαλό να ασχοληθείς με την προπονητική ή με τις Ακαδημίες όπως κάνει τώρα ο Κατσουράνης;
«Ναι το έχω σκεφτεί. Μου έχει γίνει και πρόταση. Υπήρχαν κάποια προβλήματα διαδικαστικά. Η αλήθεια είναι ότι ακόμα το σκέφτομαι και το σκέφτομαι σοβαρά. Θα μου άρεσε να ασχοληθώ να δω και αν μπορώ βέβαια με Ακαδημίες ή με παιδάκια. Τώρα σαν προπονητής δεν ξέρω αν θέλω ή όχι. Τείνω προς το όχι γενικότερα, αλλά ποτέ δεν ξέρεις. Πάντως θα μου άρεσε να ασχοληθώ με κάτι που να έχει σχέση γύρω από το ποδόσφαιρο. Αν θα μπορέσω ή αν θα το κάνω δεν το ξέρω ακόμα».
Όταν είχες εκείνο τον σοβαρό τραυματισμό, πέρα του Κατσουράνη ποιος άλλος σε στήριξε; Η οικογένεια σου φαντάζομαι;
«Η οικογένεια μου, οι φίλοι μου και όλη η ομάδα της Παναχαϊκής. Και οι συμπαίκτες μου και όλοι. Αλλά η οικογένεια μου ναι ήταν δίπλα μου συνέχεια. Από την Παναχαϊκή δεν είχα κανένα παράπονο, όσο είχα τον τραυματισμό μου και από θέμα επικοινωνίας και από θέμα ενθάρρυνσης. Και ο κύριος Οφρυδόπουλος και ο κύριος Κυριακίδης επίσης με στήριξαν. Ήταν άνθρωποι που έχουν παίξει ποδόσφαιρο και ξέρουν τι περνάνε οι ποδοσφαιριστές. Σε νιώθουν πως είναι η ψυχολογία σου. Νιώθουν την σκέψη σου, οπότε όλο αυτό είναι πιο εύκολο να σε προσεγγίσουν και να καταλάβουν στο 100% τι έχεις ώστε να σε βοηθήσουν να ανακάμψεις».
Έχοντας δει το ντοκιμαντέρ του ΠΣΑΠΠ για την Super League 2, να υποθέσω πως είπες «επιτέλους να καταλάβει ο κόσμος τι πραγματικά γίνεται σε αυτή την κατηγορία»;
«Αυτό το ντοκιμαντέρ έκανε γνωστό, στον ευρύτερο κόσμο το τι γίνεται το τι περνάει η Β΄Εθνική. Τι περνάνε οι παίκτες, τι περνάνε στην καθημερινότητα τους. Ο κόσμος όταν του λες παίζει ποδόσφαιρο είμαι ποδοσφαιριστής, δεν ξέρω τι έχει στο μυαλό του. Μπορεί να νομίζουν ότι όπως είναι ο Κριστιάνο Ρονάλντο έτσι είναι και οι παίκτες. Τώρα είδαν μια πραγματικότητα στην οποία πόσο μάλλον και εμένα φίλοι μου, που τους έλεγα περιστατικά είδαν το ντοκιμαντέρ και μου είπαν «καλά τώρα ισχύουν αυτά που λένε εκεί».
Να μην τα πιστεύουν ούτε και οι ίδιοι και να τους εξηγώ ότι είναι κάποιες ομάδες, οι περισσότερες θα πω, οι οποίες θέλουν δούλους και όχι ποδοσφαιριστές. Θέλουν ανθρώπους, απλά να παίζουν. Εάν θέλουν να τους πληρώσουν. Εάν δεν θέλουν δεν τους πληρώνουν. Αν πηγαίνουν καλά μπορεί να πάρουν κάποια λεφτά, αν δεν πηγαίνουν καλά δεν θα πάρουν λεφτά . Δηλαδή πράγματα που είναι εκτός λογικής, σε ένα επάγγελμα και πόσο μάλλον στο ποδόσφαιρο το οποίο έχει και ημερομηνία λήξης.
Δεν είχα κατανοήσει ποτέ, ποια είναι η λογική ότι «χάνουμε άντε να μας πληρώσουν». Αυτή η φράση στο μυαλό μου είναι τόσο ξένη. Την θεωρώ τόσο λάθος, σαν φράση. Και αυτό ήταν ένα μόνιμο πρόβλημα στις ομάδες. Το τι κάνουμε; Αν χάνουμε να διεκδικήσουμε τα λεφτά μας. Αστεία πράγματα… Προφανώς παίζεις. Προφανώς θες να πας καλά, αλλά είναι άλλο το κομμάτι το να πληρωθείς και να μπορείς να ζήσεις. Πως θα παίξω αν δεν έχω να φάω;».
Εσύ θα προέτρεπες τα νεαρά παιδιά να ασχοληθούν με το ποδόσφαιρο ή θα τα απέτρεπες μετά από όλα αυτά που έχουν γίνει;
«Θα προέτρεπα τα παιδάκια να παίξουν ποδόσφαιρο, να το χαρούν σαν παιχνίδι. Να χαίρονται με αυτό. Να πάνε σε μια Ακαδημία, να τους μάθει πράγματα και αν νιώθουν ή τους πει ο προπονητής τους, ότι μπορούν σιγά – σιγά στα 15-16 ότι μπορείς να παίξεις ποδόσφαιρο πραγματικά αν μπορέσουν να πάνε στο εξωτερικό θα είναι το καλύτερο πράγμα, αλλά στην αρχή όταν είσαι παιδί να χαίρεσαι και να μάθεις μερικά πράγματα μέσα από το παιχνίδι».
Από όλα αυτά που ζούσες τότε με τον τραυματισμό και τα προβλήματα σκέφτηκες ποτέ το ενδεχόμενο να ζητήσεις τη βοήθεια ενός ειδικού…;
«Εννοείται. Εννοείται ότι πήγα σε ψυχολόγο. Έκανα ψυχοθεραπεία, την οποία συνεχίζω ακόμα και σήμερα. Εγώ αυτό που έχω να πω σε όποιον διαβάσει αυτή την συνέντευξη, ότι επειδή η ψυχική μας υγεία δεν είναι κάτι απλό ούτε αστείο, ούτε εύκολο καλό θα είναι όποιος νιώθει το οτιδήποτε να μπορεί να νιώθει άνετα, να πάει να μιλήσει. Να πάει να πει αυτό που θέλει αυτό που νιώθει. Να μπορεί να το βγάλει από μέσα του και σιγά-σιγά να μπορεί να το αντιμετωπίσει. Τίποτα δεν είναι μη αντιμετωπίσιμο… Εγώ από προσωπική εμπειρία μπορώ να πω ότι έχω βοηθηθεί πάρα πολύ και βοηθιέμαι ακόμα»
Ακολουθήστε το goalpost.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις